Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2010

"Φάτα Μοργάνα"

,






















Θά μεταλάβω μέ νερό θαλασσινό
στάλα τή στάλα συναγμένο ἀπ' τό κορμί σου
σέ τάσι ἀρχαῖο, μπακιρένιο ἀλγερινό,
ποῦ κοινωνοῦσαν πειρατές πρίν πολεμήσουν.

Πούθ' ἔρχεσαι; Ἀπ' τή Βαβυλώνα.
Ποῦ πᾶς; Στό μάτι τοῦ κυκλώνα.
Ποιάν ἀγαπᾶς; Κάποια τσιγγάνα.
Πῶς τή λένε; Φάτα Μοργκάνα.

Πανί δερμάτινο, ἀλειμμένο μέ κερί,
ὀσμή ἀπό κέδρο, ἀπό λιβάνι, ἀπό βερνίκι,
ὅπως μυρίζει ἀμπάρι σέ παλιό σκαρί
χτισμένο τότε στόν Εὐφράτη στή Φοινίκη.

Πούθ' ἔρχεσαι; Ἀπ' τή Βαβυλώνα.
Ποῦ πᾶς; Στό μάτι τοῦ κυκλώνα.
Ποιάν ἀγαπᾶς; Κάποια τσιγγάνα.
Πῶς τή λένε; Φάτα Μοργκάνα.

Σκουριά πυροχρωμη στίς μίνες τοῦ Σινᾶ.
Οἱ κάβες τῆς Γερακινῆς καί τό Στρατόνι.
Τό ἐπίχρισμα. Ἡ ἅγια σκουριά πού μᾶς γεννᾶ,
Μᾶς τρέφει, τρέφεται ἀπό μας, καί μᾶς σκοτώνει.

Πούθ' ἔρχεσαι; Ἀπ' τή Βαβυλώνα.
Ποῦ πᾶς; Στό μάτι τοῦ κυκλώνα.
Ποιάν ἀγαπᾶς; Κάποια τσιγγάνα.
Πῶς τή λένε; Φάτα Μοργκάνα.


Νίκος Καββαδίας